Ο Γιάννης Παναγόπουλος απαντά στο ερωτηματολόγιο του theatergoer

φωτό: Ελίνα Γιουνανλή

 

Ποια παράσταση παρακολουθήσατε τελευταία; Με ποια κριτήρια την επιλέξατε;
Τους Όρνιθες του Νίκου Καραθάνου στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση. Μην έχοντας την ευκαιρία να τη δω το καλοκαίρι του 2016 στην Επίδαυρο, ούτε μετά στη Στέγη που ξαναπαίχτηκε, είχα μείνει με το απωθημένο. Όταν έμαθα από τον συνεργάτη και φίλο μου, Βασίλη Παναγιωτόπουλο, μουσικό της παράστασης, ότι θα παιχτεί ξανά πριν ταξιδέψει στη Χιλή, φρόντισα να οργανώσω έτσι τις ημέρες μου ώστε να μπορέσω να τη δω εκείνο το μεσημέρι της Κυριακής στη γενική τους πρόβα. Η παράσταση ήταν, από την αρχή έως το τέλος, μια τελετουργία που όσοι είχαν ανοιχτή την καρδιά και τ’ αυτιά τους να την αφουγκραστούν, δεν μπορεί να έφυγαν οι ίδιοι, και όχι αλλαγμένοι.

Πόσο συχνά παρακολουθείτε θέατρο;
Κάποτε είχε γίνει σχεδόν καθημερινότητά μου. Πριν ακόμα μπω στη σχολή του Εθνικού. Μετά αυτό το «σχεδόν» έγινε κυριολεκτικά καθημερινότητα. Πια, λόγω του προγράμματος μου, δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω όλα όσα θα ήθελα. Και ας φτιάχνω λίστες με παραστάσεις που δε θέλω να χάσω. Με παραστάσεις από καλλιτέχνες που εκτιμώ. Τώρα για παράδειγμα, θέλω οπωσδήποτε να δω το ΚΑΙ ΤΩΡΑ: Ο ΚΟΣΜΟΣ! ή Αυτό που αποκαλείτε Έξω, εμένα δεν μου λέει τίποτα της Σιμπίλε Μπεργκ σε σκηνοθεσία της Ελένης Ευθυμίου στο Εθνικό Θέατρο. Μετά την παράσταση Ερωτευμένα Άλογα, που είδα στο Φεστιβάλ Αθηνών το καλοκαίρι, περίμενα πως και πως την επόμενη δουλειά της.

Πώς σχολιάζετε την υπερπληθώρα θεατρικών παραστάσεων στην Αθήνα;
Το θέατρο έχει ακολουθήσει τους ρυθμούς που οι ίδιοι έχουμε επιβάλει στις κοινωνίες και στους εαυτούς μας. Όλοι τρέχουν με ιλιγγιώδεις ρυθμούς. Όλα γίνονται προϊόντα προς κρίση και τέρψη ενός αδηφάγου Εγώ. Και οι εγκέφαλοι μας δεν έχουν προλάβει να εξελιχθούν τόσο για να τρέξουν σε αυτή την κούρσα ή για να αντέξουν όλο αυτό τον όγκο της πληροφορίας. Ποιος μπορεί να πει ότι κακώς κάνουν κάποιοι νέοι δημιουργοί που διεκδικούν μία θέση στην θεατρική πραγματικότητα; Όταν μάλιστα έχουν αποφοιτήσει μέσα από μια υπερπληθώρα δραματικών σχολών; Το πρόβλημα ξεκινά όταν ξεκινούν μέσα σε αυτό τον αγώνα δρόμου οι εκπτώσεις. Ηθικές και καλλιτεχνικές. Αντί να μεμψιμοιρούμε καλό θα ήταν να βρούμε λύσεις. Είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν λύσεις ή έστω τρόποι το πράγμα να γίνει καλύτερο. Μιλάμε για την υπερπληθώρα θεατρικών παραστάσεων στην Αθήνα, και όμως δε μιλάμε για την έλλειψη καλλιτεχνικών δράσεων στην περιφέρεια. Γιατί να μην διευρυνθεί το κοινό στην επαρχία; Γιατί να μην ταξιδεύουν οι παραστάσεις περισσότερο;

Παρακολουθείτε θέατρο στο εξωτερικό, σε ξένες γλώσσες;
Όταν καταφέρνω να ταξιδέψω, πάντα στο πρόγραμμα μου είναι να δω παραστάσεις στις πόλεις που επισκέπτομαι. Κυρίως, στη Γερμανία που πολύ συχνά πηγαίνω. Βοηθάει βέβαια και η γνώση της γλώσσας σε αυτό. Ενδιαφέρον θέατρο όμως έχω δει και στην Τσεχία, την Πολωνία, τη Ρουμανία.

Τι, κατά τη γνώμη σας, χαρακτηρίζει τους εγχώριους καλλιτέχνες του θεάτρου στη δουλειά τους;
Σιχαίνομαι τις ταυτότητες και τους χαρακτηρισμούς. Προτιμώ τις ατομικότητες (ακόμα καλύτερα θα έλεγα ότι προτιμώ τις ατομικότητες που συνασπίζονται και δημιουργούν συλλογικότητες). Δεν μπορώ να κατατάξω όλους τους «εγχώριους καλλιτέχνες» σε ένα τσουβάλι. Υπάρχουν άνθρωποι που παλεύουν μέσα στο χώρο αυτό και προσπαθούν με το έργο τους να ανοίξουν διάλογο. Υπάρχουν άνθρωποι που με ελάχιστα μέσα, έχοντας όραμα, αρνούνται να προχωρήσουν σε εκπτώσεις.

Με μια λέξη πώς θα χαρακτηρίζατε τη σύγχρονη θεατρική σκηνή της χώρας μας;
Φοβισμένη.

Ποια η άποψή σας για την κριτική θεάτρου; Τη λαμβάνετε υπ’ όψιν σας όταν σας αφορά ή όχι;
Όπως προείπα, κάνω θέατρο γιατί με ενδιαφέρει να ανοίγω διάλογο. Και είμαι ανοιχτός σε κάθε κριτική για να μπορέσω να προχωρήσω με νέα πια κριτήρια στην αυτοκριτική μου. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι κι εγώ δεν στέκομαι με κριτική σκέψη απέναντι σε αυτή, την όποια κριτική. Άλλωστε έχει γίνει τόσο εύκολο να προβάλλει ο καθένας τη θέση του, μέσα στο facebook, στο Instagram, στα χιλιάδες blogs που υπάρχουν, στο Αθηνόραμα, χωρίς να τεκμηριώνει τα όσα λέει, χωρίς να έχει ενσυναίσθηση της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Και καταλήγω πάλι, σε αυτό που είπα προηγουμένως. Οι ζωές μας αλλάζουν μαζί με τις κοινωνίες μας και οι εγκέφαλοι μας δεν έχουν προλάβει να εξελιχθούν τόσο για να μπορούν να διαχειριστούν όλη αυτή την πληροφορία.

Το θέατρο σάς διάλεξε ή το διαλέξατε;
Σε μία συνέντευξή μου είχα πει ότι σα μικρό παιδί, έψαχνα να βρω διεξόδους διαφυγής από την πραγματικότητα που μου φαινόταν φοβερά ανταγωνιστική και θυμωμένη. Δεν έχει αλλάξει αυτό. Ακόμα έτσι μου φαντάζει. Στο θέατρο, εκεί στα σχολικά μου χρόνια, έβρισκα το χρόνο να σταματάω στο μυαλό μου όλη αυτή την πίεση και να ηρεμώ.

Πώς και γιατί ασχοληθήκατε με το θέατρο;
Για να πλάθω κόσμους. Ξεκίνησα μέσα στις θεατρικές παραστάσεις του σχολείου μου και είχα την τύχη να συναντήσω εμπνευσμένους ανθρώπους που μου έδειξαν αυτόν τον Άλλο κόσμο του θεάτρου. Δε θα ξεχάσω ποτέ τις «πυρηνικές σχάσεις» μέσα στο κεφάλι μου όταν «γνώρισα» τον Λόρκα και το έργο του Ο Περλιμπλίν και η Μπελίσα στο γυμνάσιο, από τον τότε υπεύθυνο της θεατρικής ομάδας του σχολείου μας, Σάββα Κυριακίδη. Στη συνέχεια, τα έφερε έτσι η ζωή και βρέθηκε να είναι καθηγητής μου και στη Δραματική Σχολή του Εθνικού. Κάθε βδομάδα, στο μάθημά του, έπρεπε να διαβάζουμε και από ένα νέο θεατρικό κείμενο και να αναλύουμε μορφή και περιεχόμενο. Λόγω του Σάββα αναγκάστηκε να μεγαλώσει τόσο γρήγορα η θεατρική μου βιβλιοθήκη. Πια τον παρακολουθώ από απόσταση, στα νέα του καθήκοντα, ως Καλλιτεχνικό Διευθυντή στον Θ.Ο.Κ.

Ποια ήταν η πρώτη σας «συναναστροφή» με την τέχνη του θεάτρου; Τι θυμάστε από αυτήν;
Πρώτη μου ανάμνηση; Εύκολο! Η παράσταση Ελίζα της Ξένιας Καλογεροπούλου στο θέατρο Πόρτα. Θυμάμαι να εντυπωσιάζομαι με τα όσα συνέβαιναν επί σκηνής και να συγκινούμαι με την ιστορία εκείνης της κοπέλας από το Πλύμουθ. Ακόμα θυμάμαι μελωδίες από την παράσταση.

Ποια ήταν η πρώτη επαγγελματική παράσταση της ζωής σας; Τι σας έχει εντυπωθεί στη μνήμη;
Το Συμπόσιο (Ενα). Περί Ερωτος σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Λιγνάδη στο Θέατρο Θησείον. Τελειώνοντας τη σχολή του Εθνικού, βρέθηκα να δουλεύω με το δάσκαλο μου σε μια ευτυχή συγκυρία. Σε ένα θέατρο που θαύμαζα, με έναν σκηνοθέτη που μόνο να κερδίσω μπορούσα από την εμπειρία του στη χρήση του ποιητικού λόγου, με ένα κείμενο που μου άλλαξε τον τρόπο σκέψης πάνω στην αρχαία ελληνική γραμματεία, με συνεργάτες που αγάπησα και κράτησα -άλλους πολύ, άλλους λιγότερο- στη ζωή μου. Στην πρώτη μου επαγγελματική παράσταση, βρέθηκα να δουλεύω με τον καλύτερο μου φίλο από τα χρόνια της σχολής, Γιώργο Χριστοδούλου, και να μοιράζομαι μαζί του τις αγωνίες μας.

Ποιος ήρωας της δραματουργίας θα θέλατε να είστε και γιατί;
Ζω τα δικά μου «δράματα» καθημερινά. Αν είχα να ζήσω και τα «δράματα» του Κλαύδιου, του Μεφιστοφελή, του Κραπ ή και τόσων άλλων «ηρώων», δε θα την έβγαζα καθαρή.

Με ποια άλλην ιδιότητα –ξέχωρα από τη δική σας- θα θέλατε να είχατε εμπλακεί στο θέατρο;
Ήδη είναι πολλές οι ιδιότητες που τόσα χρόνια καταχράζομαι. Βοηθός σκηνοθέτη πλάι σε σκηνοθέτες που εκτίμησα, δραματουργός, μεταφραστής, καλλιτεχνικός επιμελητής, εμψυχωτής, δάσκαλος, ηθοποιός, σκηνοθέτης. Γι αυτό μ’ αρέσει ο όρος theatre-maker που τα συμπεριλαμβάνει όλα. Δεν ξέρω αν έχει μεταφραστεί επισήμως ή πως θα μεταφραστεί. Το «θεατρικός δημιουργός» πάντως μου ακούγεται βαρύγδουπο. Μπορεί να ενέχει τη «δημιουργία» αλλά χάνει τη χαρά της «πρακτικότητας» της δουλειά μας.

Πώς βιώνετε τη θεατρική διαδικασία;
Σαν μια διαβατήρια τελετή, όπως λένε και οι ανθρωπολόγοι για να περιγράψουν εκείνες τις τελετουργίες που σηματοδοτούν σημαντικές μεταβάσεις της ζωής των ατόμων σε μια κοινότητα. Μεταμορφώνεσαι μέσα από τη διαδικασία σε κάτι νέο, χωρίς να μπορείς να γυρίσεις στην πρότερη κατάσταση ποτέ.

Πώς προσεγγίζετε έναν ρόλο;
Χτυπάω την πόρτα μήπως είναι κάποιος άλλος μέσα πριν από έμενα.

Έχει τύχει να παρακολουθήσετε κάποια παράσταση πάνω από μία φορά; Κι αν, ναι, ποια και για ποιους λόγους;
Πάμπολλες! Στα χρόνια της φοίτησης μου στη σχολή, δούλευα ως ταξιθέτης. Έτσι είδα όλες τις παραστάσεις του Παλλάς και της Πειραιώς 260 που παίζονταν εκείνα τα χρόνια. Έπειτα, πολύ συχνά, πηγαίνω ως θεατής και βλέπω τις παραστάσεις που έχω σκηνοθετήσει. Όχι για να κάνω παρατηρήσεις. Όχι για να ελέγξω τους ηθοποιούς. Αλλά σαν πατέρας που θέλει να βλέπει έστω από απόσταση το παιδί του να μεγαλώνει καλά και ευτυχισμένο. Κι αν χρειαστεί να είναι εκεί δίπλα για να του πει έναν καλό λόγο.

Πόσο συχνά εγκαταλείπετε μια παράσταση στο διάλειμμα (ή και νωρίτερα);
Ποτέ! Δεν το έχω κάνει ποτέ! Και όχι από σεβασμό προς στους δημιουργούς. Είναι πιστεύω γιατί έχω αυτό το αυτιστικό χαρακτηριστικό που αν ξεκινήσω κάτι δεν μπορώ να το αφήσω στη μέση, χωρίς να το τελειώσω. Το ίδιο συμβαίνει και με τα βιβλία που διαβάζω. Δεν μπορώ να τα εγκαταλείψω αν δεν φτάσω στην τελευταία σελίδα ακόμα και αν αυτό με ταλαιπωρεί.

Ποια στοιχεία συμβάλουν στην καλλιτεχνική επιτυχία μιας παράστασης;
Η επιλογή ενός θέματος που αφορά τους δημιουργούς και θα έρθει για να ανοίξει «διάλογο» με το κοινό, και όχι απλά για να υπάρξει και να τροφοδοτήσει το ναρκισσισμό και των δύο πλευρών. Η δοτικότητα και η ανοιχτωσιά όλων των συνδημιουργών. Η κοινή συνωμοσία πως αυτό που δημιουργείται μιλά εξ ονόματος όλων και τέλος η αφοσίωση όλων στο τελικό αποτέλεσμα.

Πιστεύετε στη διάκριση ποιοτικού και εμπορικού θεάτρου;
Χρόνια παλεύω ενάντια σε κάθε μορφή διάκρισης. Θα ήταν αστείο να μιλάω ο ίδιος για διακρίσεις μέσα στον χώρο που εργάζομαι, κινούμαι, συναναστρέφομαι, υπάρχω. Ο καθένας είναι ελεύθερος να υπάρχει και να δημιουργεί όπως πιστεύει και μπορεί. Έπειτα, η πρόσληψη του «έργου» αυτού είναι προσωπική ευθύνη του καθενός.

Ποιο είναι το αγαπημένο σας θεατρικό έργο;
The Lamentable Tragedy of Titus Andronicus του William Shakespeare.

Ποιος είναι ο αγαπημένος σας δημιουργός, Έλληνας ή ξένος;
O Krzysztof Warlikowski.

Με ποιον ή ποια δημιουργό που δεν έχετε συνεργαστεί ως τώρα θα θέλατε να συνεργαστείτε;
Με το Νίκο Καραθάνο και την ομάδα του. Και λέω ομάδα, γιατί αντίστοιχα θαυμάζω τη δουλειά που κάνουν μαζί η Amalia Benett, η Έλλη Παπαγεωργακοπούλου, ο Άγγελος Τριανταφύλλου και όλοι οι ηθοποιοί που έρχονται να συνδιαλαγούν με αυτόν τον κόσμο. Ότι έχω δει δικός τους, Γκόλφω, Βυσσινόκηπος, Όρνιθες, Δεκαήμερο, Οπερέτα, 8 γυναίκες κατηγορούνται, όλα είναι κόσμοι που έχω βυθιστεί μέσα τους και έχω βρει τεράστιες συγγένειες με το πώς θέλω ή το πως αντιμετωπίζω τη ζωή, την πολιτική και κοινωνική μου ύπαρξη, την έννοια της συλλογικής δουλειάς την αίσθηση του ανήκειν.

Αλήθεια, για ποιους λόγους πιστεύετε πως ο άνθρωπος παρακολουθεί θέατρο στις μέρες μας;
Δε γνωρίζω. Μπορώ όμως να πω για ποιους λόγους θα ήθελα να πηγαίνει. Για να βρει διεξόδους διαφυγής από την πραγματικότητα. Για να ανοίξει μια πόρτα στο φαντασιακό του. Γιατί δεν έχει τη γιαγιά του να του λέει παραμύθια και βρίσκει ως υποκατάστατο το θέατρο. Για να βιώσει τελετουργίες που θα τον ενώσουν σε συλλογικότητες. Για να αναπτύξει τη δημοκρατική του αντίληψη και να συνυπάρξει σε ένα κοινωνικό διάλογο

Έχετε κλάψει ποτέ σε παράσταση κι αν, ναι, σε ποια;
Συγκινούμαι εύκολα είναι η αλήθεια. Τελευταία όμως έκλαψα κατά τη διάρκεια ενός μαθήματος μου στη Δραματική Σχολή του Πειραϊκού Συνδέσμου που διδάσκω, βλέποντας τον αυτοσχεδιασμό μιας μαθήτριάς μου. Δεν ξέρω αν με συγκίνησε το θέμα ή η αφοσίωση της κοπέλας στην λεπτομέρεια ή η ποιητική αντιμετώπισή της πάνω στο ευαίσθητο θέμα που επέλεξε. Πάντως, έκλαψα με γνώση και χαρά ότι έρχονται νέες γενιές ηθοποιών να μας συναντήσουν.

Ποια ήταν η τελευταία παράσταση που σας θύμωσε και για ποιον λόγο;
Έχω πάψει να θυμώνω. Η ψυχανάλυση μάλλον μου έχει κάνει απίστευτο καλό για να καταλάβω ότι τα πράγματα δεν κινούνται μόνιμα γύρω από εμάς. Και φυσικά θα συνεχίσουν να κινούνται και μετά από εμάς. Όσο πιο νωρίς το πάρουμε είδηση, τόσο λιγότερο θα πιέζουμε τα πράγματα να υπάρξουν για να υπηρετήσουν το Εγώ μας. Το δικό μου εγώ μπορεί να μη συναντιέται με μια παράσταση. Αλλά δεν έχει σημασία. Κάποιο άλλοι θα υπάρξουν για τη Συνάντηση και τη Σχέση αυτή.

Ποια θεωρείτε κορυφαία στιγμή της καριέρας σας;
Αυτή που θα έρθει και θα με μετακινήσει. Αυτή που θα με παρασύρει σε νέους δρόμους. Ευτυχώς δεν έχω μαυσωλεία καριέρας, ούτε εικονοστάσια προηγούμενων εμπειριών. Περπατάω ακόμα και είμαι ανοιχτός στο αναπάντεχο.

Ποια είναι τα καλλιτεχνικά σας σχέδια για την τρέχουσα θεατρική περίοδο;
Στο Red Jasper Cabaret Theatre, Κεφαλληνίας 18 στην Κυψέλη ανεβαίνει, σε σκηνοθεσία και διασκευή μου, η παράσταση Tanz- Οι περιπέτειες μίας νεότητας, που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Klaus Mann Ο ευλαβικός χορός. H παράσταση μόλις μας ανακοινώθηκε ότι παίρνει παράταση και θα συνεχίζει να παίζεται Δευτέρες και Τρίτες στις 21:15. Έπειτα, συνεχίζω τη συνεργασία με το Μικρό Εθνικό και τη Σοφία Βγενοπούλου, μέχρι το τέλος της χρονιάς, όπου θα παρουσιαστεί και το αποτέλεσμα της δουλειάς μας στο πλαίσιο του προγράμματος «Θέατρο στα Ελληνικά» με τη συμμετοχή ασυνόδευτων εφήβων προσφύγων, Ελλήνων εφήβων και επαγγελματιών ηθοποιών του Εθνικού Θεάτρου. Τέλος, η σινοελληνική παράσταση Αντίο Παλακίδα μου, όπου μαζί με τον Σταύρο Καραγιάννη σκηνοθετήσαμε τους μαθητές της Σχολής του Πειραϊκού Συνδέσμου, σε συμπαραγωγή της Δραματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, της Muse Academy και του οργανισμού Meet Culture, θα συνεχίσει μέσα στη χρονιά.

About Δημήτρης Φοινίτσης

Ο Δημήτρης Φοινίτσης γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης από μικρασιατική οικογένεια. Σπούδασε στο μεταπτυχιακό τμήμα Δημιουργικής Γραφής της Παιδαγωγικής Σχολής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας (διπλωματική εργασία στο Θεατρικό Έργο), στο Τμήμα Θεάτρου της Σχολής Καλών Τεχνών – Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (κατεύθυνση Θεατρολογίας με διπλωματική εργασία στη Σκηνοθεσία), στο Scuola di Lettere e Filosofia - Universita degli Studi di Genova, στη Δραματική Σχολή Αθηνών, στην Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης «Θεμέλιο» και στη Σχολή Δημοσιογραφίας «ΑΝΤ1». Έχει γράψει θεατρικά έργα, διηγήματα και παραμύθια. Εργάστηκε επί σειρά ετών στον έντυπο και τον ηλεκτρονικό Τύπο των Αθηνών και της περιφέρειας ως κριτικός θεάτρου, πολιτιστικός συντάκτης, εκφωνητής ειδήσεων, ραδιοφωνικός παραγωγός κ.α. Μετά από συνεργασίες στις κρατικές σκηνές και το ελεύθερο θέατρο ως ηθοποιός αποφάσισε να στραφεί –καλλιτεχνικά- στη σκηνοθεσία. Δημιουργός και σκηνοθέτης της «Ομάδας Παραστατικών Τεχνών προΤΑΣΗ», έχει ανεβάσει κλασσικά και σύγχρονα έργα σε, κυρίως, μη θεατρικούς χώρους. / d.finitsis@gmail.com

Σχολιάστε